Новогреческий словарь
ακρόβαθρο
ακρόβαθρο
το (береговой)
устой
(моста)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
устой
? —
ακρόβαθρο
как с
(ново)греческого
переводится слово
ακρόβαθρο
? — устой
#
(ново)греческий словарь
—
νέτα
—
τοιχοκολλάω
—
απαρνιέμαι
—
λυκάκι
—
παγώνω
—
τουρκόγυφτος
—
φραμένος
—
πλεύρισμα
—
κακόβουλα
—
μισογεμίζω
—
υποβρύχιος
—
απόλιγα
—
ανήχθην
—
αποκτώ
—
λουλουδώ
—
βάθια
—
δεκαπλασίαση
—
αίτιο
—
ωμόπλινθος
—
Πέτρος
—
κορακιάζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве