|
ο, η левша #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово левша? — αριστερόχειρος как с (ново)греческого переводится слово αριστερόχειρος? — левша — κουραφέξαλα — ματσουκιά — σουβενίρ — απιστοποίητος — σταυρωτός — αχνοΰφαντος — τριγωνικός — λυκανθρωπία — μακαριώτατος — Μεσαίωνας — ασβολώνω — φυσιατρική — μελανείο — γκαρσόνι — λέπαδνον — έπαρχος — ατακτοποίητος — γιάτρεμα — αφροστέφανος — εναέριος — χηνάκι |
|||