|
το плужное дышло #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово плужное дышло? — στιβάρι как с (ново)греческого переводится слово στιβάρι? — плужное дышло — λυκιδεύς — κατακερματισμένος — Ζευς — πρινάρι — εσσάνς — αξιοθέατα — ηγεμονισμός — αμακατζίκος — υποδηματεργάτης — κωλόξυλο — αποχωριστικός — αρχειοφυλακείο — λειτούργημα — επιμήκης — ακτινολόγος — ξετυλίγω — φωτοβολίδα — αμπόλιαστος — παραδέχομαι — πολεμόω — καντηλέρης |
|||