|
το подпорка, опора #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово подпорка? — αντιρρίμι как на (ново)греческом будет слово опора? — αντιρρίμι как с (ново)греческого переводится слово αντιρρίμι? — подпорка, опора — εξουσιαστικός — μαρμαίρω — ανακηρύσσω — μουστέλα — ξελάκκωμα — λιπαντέλαιο — σταγονόμετρο — ηχολόγημα — όσπριο — ξηροκλίβανος — ρητορικότης — ναυς — λαγώς — συννοσηρότητα — δυσ- — ανεξαρτοποιημένος — ποδοκύλημα — θυμητικός — μορταδέλλα — ωριόπλουμος — Μολδαυή |
|||