Новогреческий словарь
επικρουστικός
επικρουστικός
ударный
;
~ μηχανισμός — ударный механизм
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ударный
? —
επικρουστικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
επικρουστικός
? — ударный
#
(ново)греческий словарь
—
οινογραφία
—
πολικότητα
—
ανισοτιμία
—
σαράφισσα
—
αποχτενίδια
—
πορνοταινία
—
σιρόπι
—
ζωοπλαγκτόν
—
λοξυγγιάζω
—
θεοκρατικός
—
προβοσκίδα
—
μενεξελί
—
συμπλήρωμα
—
δροσίζω
—
ξεφτίλας
—
νοσοκομειακό
—
γκρας
—
θαρρεύω
—
αχαμνίζω
—
ξεκαπιστρώνω
—
οικονομολογία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве