|
η ловкачка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ловкачка? — καταφερτζού как с (ново)греческого переводится слово καταφερτζού? — ловкачка — τροχοφόρο — ερωτικός — υπεκμισθώνω — παρακάτου — ανεμοδέρνω — μολυβήθρα — ιντιβιντουαλισμός — υποσαίνω — τροποποιώ — γενολόγι — πρόξενος — ορθοτροπισμός — άνοιγμα — τραγισμός — ανάμα — ελλιμενισμένος — διέγνων — αέτειος — μιμητικός — προκαλύπτω — σμυριδωρυχείο |
|||