|
1. роялистский; 2. роялист #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово роялистский? — φιλοβασιλικός как на (ново)греческом будет слово роялист? — φιλοβασιλικός как с (ново)греческого переводится слово φιλοβασιλικός? — роялистский, роялист — αντιπαλεύω — σχοινοβατώ — μεταπλαστικός — ανταλλάζω — γεώτρηση — αψιδώνω — ασφυρηλάτητος — αλλιγάτορας — έναρξη — βρέθηκα — κάθειρξη — χειροπιαστός — σφετεριστής — αιμορραγώ — ετεροδικία — αναγούλα — αρκούδας — νέφτι — αμπατζήδικο — γαλακτοβιομηχανία — βαμβακόφυτος |
|||