Новогреческий словарь
ολοκληρωματικός
ολοκληρωματικός
мат.
относящийся к интегрированию
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
относящийся к интегрированию
? —
ολοκληρωματικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
ολοκληρωματικός
? — относящийся к интегрированию
#
(ново)греческий словарь
—
επτάτονος
—
οδοποιία
—
αρράγιστος
—
πυρασφαλιστικός
—
αλογοσούρτης
—
θερμοπαρακαλώ
—
ψιχαλιστός
—
μαγγανησιούχος
—
καθρεφτάς
—
κατώτερος
—
γκαγκαλίδα
—
απαθανατισμός
—
μικροτεχνία
—
βήτα
—
σιγά
—
δεκαρολόγος
—
λήψη
—
οδοκαθαριστής
—
καλόκαρδος
—
εστεροποίηση
—
ιεροδίκης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве