|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εμπλεκόμενος? — — επικολλώ — μικραίνω — κάθεμα — μεροδέντρι — δίσεχτος — σεκοντάρω — πρωτοχρονιάτικος — γυφτοφάσουλα — ψηφώ — ανηφόρι — επιγονατιδικός — δακτυλικά — αναπομπή — συβάζομαι — χρονικά — Θεσσαλονικιός — επιπλοποιός — τρωϊκός — ρίγανη — εριούχος — διαμαλάσσω |
|||