Новогреческий словарь
φασκελώνομαι
φασκελώνομαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
φασκελώνομαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
διστάζω
—
κατηγορητήριο
—
λίτρα
—
ηλεκτροφώτισις
—
χαμαλήτικος
—
καταστρεφτικός
—
θυμιαστής
—
μονοκρατορικός
—
εμπερικλείω
—
αλαλιάζω
—
απιδίτης
—
πωμάτισμα
—
λεχούσα
—
ανενδοίαστος
—
αξόνιος
—
σαλόνι
—
ανωδομή
—
εξαθλίωση
—
γλωσσοδέρνω
—
εισαγωγέας
—
γύμνασμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,