|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οικτιρμόνως? — — παλληκαρίσιος — απαρνητής — αβρώμιστος — απολούζω — εβδομαίος — υπαινικτικός — σινικός — χιονορραγία — υγροτροπισμός — υπερκερωτικός — ελεοθεροστομώ — ενδοπαράσιτο — καταθλιπτικός — ανοιχτήρι — φαμελίτης — ασβεστόγαλα — μηλοπόλεμος — ἥττων — φουρνάρισσα — ενδύομαι — εθιστικός |
|||