|
ο артиллерист #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово артиллерист? — πυροβολητής как с (ново)греческого переводится слово πυροβολητής? — артиллерист — μαργιολεύω — ασκίαστος — αριστεροφέρνω — απλογραφία — τουρκόσπορος — αποδαύτος — υποσκαπτικός — σαρδέλλα — παραποιημένος — προσκυνήτρια — απολυτοκρατία — εξασθενημένος — αγριοκόριτσο — παραόξω — ηθικό — άκαυτος — βιβλιοπωλειο — προγυμνάστρια — ιγγλέζικος — ψυχοτρόπος — εμπρεσσιονίστρια |
|||