Новогреческий словарь
ψηφολέκτης
ψηφολέκτης
ο
счётчик голосов
(при выборах)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
счётчик голосов
? —
ψηφολέκτης
как с
(ново)греческого
переводится слово
ψηφολέκτης
? — счётчик голосов
#
(ново)греческий словарь
—
αιμολυσία
—
τινάζω
—
πωπός
—
αιματοφόρος
—
μιαρός
—
τρεχάμενος
—
σοϊλήτικος
—
αφαιρετική
—
Ισπανίδα
—
ομματοϋάλια
—
σταδία
—
γεροντοκοριλίκι
—
ηλιοστάλακτος
—
οριζοντιότητα
—
ανακατώνομαι
—
εύδρομος
—
υδατίς
—
ατομικισμός
—
περικόχλιο
—
ξύλισμα
—
ευκαίρωμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве