Новогреческий словарь
τελετουργικός
τελετουργικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
τελετουργικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
συνώνυμος
—
σχεδιαστής
—
ατάγιστος
—
στέλεχος
—
παρωνύμιον
—
κεραμόχρους
—
βάιαλλος
—
εξεύρον
—
αργοκινησία
—
μαστίχα
—
υπερβασία
—
αναπόδραστα
—
πλυντήρ
—
συνιστώμαι
—
πρωτοτοκεία
—
στούπωμα
—
πιθανώς
—
ζεύγμα
—
κυστεοσκόπηση
—
ηλεκτροσυγκόλληση
—
κούρασμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,