Новогреческий словарь
άτοιχος
άτοιχ|ος
не имеющий стены
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
не имеющий стены
? —
άτοιχος
как с
(ново)греческого
переводится слово
άτοιχος
? — не имеющий стены
#
(ново)греческий словарь
—
ταβερνιάρης
—
κουρ
—
γαιανθρακοφόρος
—
αγκαθωτός
—
κατεργάρικος
—
αποτελειωμένος
—
γαζί
—
μεταμέλεια
—
αποκοττιά
—
διεισδυτικότητα
—
βράβευση
—
ανθρακεύομαι
—
άπλετος
—
σερέτισσα
—
χαρτόλιθος
—
μαργωσιάρης
—
συμπεριφέρομαι
—
ευκατόρθωτος
—
σαγματοποιός
—
πορφυρίζω
—
πολιοκόριτσο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве