|
το шестилетний период #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шестилетний период? — εξάχρονο как с (ново)греческого переводится слово εξάχρονο? — шестилетний период — προπάντων — ομορφιά — μπερδεύομαι — πρωθυπουργώ — ταπεινώνω — λαγόπους — υδροπέπων — τραχηλίτσα — λαδικό — ξεχαρβαλωμένος — σταδιακά — σμεουρδιά — γενναιοδωρία — τελειωτικός — νεογνολογία — διουρητικός — εμβρυοθλασία — ετεροτροφία — καταδυτικός — αποσκευή — εξάρτημα |
|||