|
η мор. спасательные работы #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово спасательные работы? — ναυαγιαίρεση как с (ново)греческого переводится слово ναυαγιαίρεση? — спасательные работы — γοργόγιαννη — ολμοβόλο — στεάτωση — σκουπιδιάρικος — τουμπάρω — επιβάλλων — αγαθοφέρνω — σχολιαστικός — υαλοκρύσταλλος — κασιδιάρα — αφίλιωτος — επιστρέφω — έγκαυμα — τηλεφωνήτρια — προπαρελθών — εξαγγλίζω — δωδεκαετία — ακούρσευτος — διάκριτος — πλύστρα — γλωσσικός |
|||