Новогреческий словарь
ναυαγιαίρεση
ναυαγιαίρεση
η мор.
спасательные работы
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
спасательные работы
? —
ναυαγιαίρεση
как с
(ново)греческого
переводится слово
ναυαγιαίρεση
? — спасательные работы
#
(ново)греческий словарь
—
διαμαστιγώ
—
ανεγορευω
—
μύς
—
διεθνοποίηση
—
σαγηνευτής
—
παρακινητικός
—
ανελέητος
—
φυτοτοξίνη
—
δερβίσικος
—
ίουλος
—
οστεώδης
—
κιτρινόχροια
—
κουτσαμάρα
—
μηλαφάνα
—
μεταξοκλωστή
—
ανθυπασπιστής
—
αποδοτικότητα
—
κατατεμαχισμός
—
αντέχομαι
—
μαγαζάτορας
—
σύγκραμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω