|
(-όνος) ο, η сосед, соседка; ~ονες χώραι — соседние страны #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сосед? — γείτων как на (ново)греческом будет слово соседка? — γείτων как с (ново)греческого переводится слово γείτων? — сосед, соседка — εγωκεντρικός — δωροδόκος — διάγγι — χαλεπότητα — αφίλιωτος — ελαιακόνη — αντενάγω — βυρσοδεψώ — μεταμορφωτής — στοιχηδόν — διαιρέσιμος — λιμός — αργολόγημα — οροδοτώ — κυρίως — σεπτεμβριάτικος — υποξείδιο — υπνοθεραπεία — κουτσοπίνω — θρήσκευμα — ψευτογιατρός |
|||