Новогреческий словарь
αξιολάτρευτος
αξιολάτρευτ|ος
достойный обожания; обожаемый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
достойный обожания
? —
αξιολάτρευτος
как на
(ново)греческом
будет слово
обожаемый
? —
αξιολάτρευτος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αξιολάτρευτος
? — достойный обожания, обожаемый
#
(ново)греческий словарь
—
γνωριμιά
—
αδιάπταιστος
—
συλλαβιστός
—
αναδάσωση
—
εφοδευτής
—
άκου
—
κατάφρακτος
—
χοληστερίνη
—
επιβοηθητικός
—
υποστυλωτικά
—
μισιακός
—
οργανικά
—
μονιμοποιώ
—
ευεπηρέαστος
—
αποσταλμένος
—
πειραματίστρια
—
φεουδαρχισμός
—
ουμανιστικός
—
ωτιαίος
—
αξεπάστρευτος
—
συρικτός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве