|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово φτηνιάρικος? — — διορθωτής — σερβιτόρα — εικοσάρι — υπηρέτης — ημιανοιγμένος — κοτζαμπασισμός — απαιτούμενα — ξεσκεπάζω — προπηλάκισμός — πελαλάδα — νίλα — θηριωδία — θρίξ — ασύντακτα — γυναικώνίτης — σακάτεμα — πλατυτέρα — γλέντι — ρουχικό — γλείφτης — ώση |
|||