Новогреческий словарь
περιτροπή
περιτροπή
η
чередование
;
===
εκ ~ής — поочерёдно
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
чередование
? —
περιτροπή
как с
(ново)греческого
переводится слово
περιτροπή
? — чередование
#
(ново)греческий словарь
—
γκεζερζω
—
αποκοίμιση
—
χαράκι
—
αλύμαντον
—
δυσφημίζω
—
υδρογόνωση
—
εβραιολογία
—
σταθερόν
—
βοδινό
—
καμάρα
—
θεματολόγιο
—
αιρετικός
—
πρόθημα
—
υπεραστικός
—
μελιτοεξαγωγεύς
—
λευκός
—
αντικατάσταση
—
καλύπτρα
—
αρχαιοφύλακας
—
καπνοκοπτικός
—
χλεμπόνα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,