|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово φοριέμαι? — — κωλαράκι — γραμμογραφία — αψά — υποχολία — οπισθοφύλακας — ηλιόμετρο — ξαναρχιζω — αλάργεψη — κολαούζος — καβαλικεύω — τάξη — παπλωματάδικο — άνθρωπος — χαλαστής — γιγαντοοθόνη — παπυρολογία — μηρυκαστικά — δελφικός — ανεγνωρισμένως — θερμόφιλος — βρώμικος |
|||