Новогреческий словарь
σκλαβοπάζαρο
σκλαβοπάζαρο
рынок, где торгуют рабами; продажа рабов
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
σκλαβοπάζαρο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ποντικοκτόνος
—
εικοσαήμερος
—
ξαρμυραίνω
—
εκθειασμός
—
κατσάδιασμα
—
ντουμπλέ
—
βεβουλευμένως
—
εναντιογνωμώ
—
Τυρινή
—
κνημιαίος
—
μπέκ
—
ολιγώτερος
—
τεκνοκτονία
—
ζαφορά
—
εντόπιος
—
αγριότοπος
—
φυσιογνωμιστής
—
αναλλοίωτο
—
σαραντάρι
—
στήθι
—
ψαράδικο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве