|
Игла ели #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πευκοβελόνα? — — διλοχίτης — κατεπάνω — μακροθυμώ — καταυλίζομαι — στροφοδίνη — φενακιστικός — αχυρόπλινθος — καταματωμένος — κουμαντέρνω — τσικνουδόσουπα — κατσικήσιος — τριγυρίστρα — πίπτω — αρκουδόβατος — γεμιστήρας — τρικράνι — δέχομαι — αυτοαποκαλούμενος — πεμπτημόριο — σταυροπόδι — δικτατωρεύω |
|||