Новогреческий словарь
αναβαφτίζω
αναβαφτίζω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αναβαφτίζω
? —
#
(ново)греческий словарь
—
καθετοποιούμαι
—
παπουτσωμένος
—
υποτροπιασμός
—
τυχών
—
αγάλι
—
εβδομηκοντάκις
—
δοκιμαστέος
—
διασκέπτομαι
—
μαγεμένος
—
νύχτιος
—
μούσκεμα
—
ανοχύρωτος
—
παθογένεια
—
κοψοχείλης
—
επιτηδειότης
—
ατσικνίδα
—
μεταποιητικός
—
υψούμαι
—
αυτοερωτεύομαι
—
φορτισμένος
—
πουλί
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве