|
το мускатный орех #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мускатный орех? — μοσχοκάρυδο как с (ново)греческого переводится слово μοσχοκάρυδο? — мускатный орех — καυστηρατζής — στερεοχημεία — βιογραφία — εκσφενδόνιση — επικυρωμένος — φραγή — πετσένιος — συρματουργείο — διακριτός — σοσιαλδημοκράτης — εξτρεμίστρια — αμυντήριον — ξυστρί — γεροντοπέφτω — σάλπισμα — κατασκοπεία — τσαούσης — πειά — κακοξοδεύω — καλησπέρισμα — κρυσταλλοειδής |
|||