|
το сироп #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сироп? — σορόπι как с (ново)греческого переводится слово σορόπι? — сироп — ενοικιάστρια — μαλαγάνας — συνταράζω — ευδαιμονιστής — αβγουλομάτης — βελάζω — αιθερόδρομα — πολυκερδώς — ξεκίνημός — αιματορροώ — γκριζωπός — αναδεικνύω — φιλεύσπλαχνα — καβουράκι — κολοκυθοκορφάδες — Τσεχοσλοβακία — φραγκορραφτάδικο — κουμπί — ηχολογώ — υπουργοποιούμαι — σωρεύω |
|||