|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово νεωτερικός? — — υπερψηφίζω — πραγματικός — επανέκδοση — φιλάνθρωπος — ασυνήθης — αυτοερωτεύομαι — λατρευτικότητα — χοροπήδημα — συνωμοτώ — κακοπάθεια — μπιντές — αναζωγραφώ — φωνομοντάζ — ψήφα — ιεραποστολή — θεοδολίδιον — σφραγιστός — κομφόρ — κρεατοχορτόσουπα — γεβεντισμένη — νεότευκτος |
|||