Новогреческий словарь
υπερκοπώ
υπερκοπώ
переутомляться
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
переутомляться
? —
υπερκοπώ
как с
(ново)греческого
переводится слово
υπερκοπώ
? — переутомляться
#
(ново)греческий словарь
—
αγχέμαχος
—
ζήση
—
ογδοηκοστός
—
ξυσμούρα
—
τυπωτής
—
άγαρμπα
—
ακτοφύλακας
—
αποχαιρετιστήρια
—
ενοχλητικός
—
καστανόξανθος
—
άφλογος
—
αλιάδα
—
άσφαλτωνω
—
μαχαιρώνω
—
δεκάλεπτο
—
μηλιόρα
—
ζοφός
—
παρέλκω
—
χρωστήρας
—
κοχλιός
—
εκτροπο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,