|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πρασινούλικος? — — υποσέλιδο — χουζουρλίκι — ακορδέλλιοστος — πηδηματιά — δήμιος — αποτρίβω — κουσκουσούρικο — λοφιά — μουσικότητα — νέγρικος — ανθόπλεκτος — παραλύω — χρυσόψυχος — δραγομάνος — σηκωμός — ναυπηγία — ελεεινολογία — ελεητής — καποδιστριακός — σβωλαράκι — εμπυηματικός |
|||