|
вприпрыжку, прыгая #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вприпрыжку? — πηδηχτά как на (ново)греческом будет слово прыгая? — πηδηχτά как с (ново)греческого переводится слово πηδηχτά? — вприпрыжку, прыгая — πρωτόγεννα — συμφιλιωτικώς — ελαφοκτόνος — βασταχτός — απριόρι — ακαταγώνιστος — ανευφημία — λιποταχτώ — αντιβασίλισσα — μειωτικά — τεμπέλιασμα — γυρεύω — υπομονετικός — παρακαμπτήριος — δημητριάτικο — ψυκτήρας — σανατόριο — βωλοκοπω — πηροδακτυλία — μπανιστηρτζής — πολυλαλιά |
|||