|
η рассол #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рассол? — άρμη как с (ново)греческого переводится слово άρμη? — рассол — αμάτιγος — κηροποιός — όφιος — ειρηνεμένος — διαπαιδαγωγώ — μαιτρέσσα — δωσιδικία — μεθόρια — αδύνατος — κίρρωσις — πλοηγίς — αβασκαίνω — έγκλητος — συμφώνως — αχρηστεύομαι — μπορντελλόβιος — οθωμανικός — εβραίϊκος — εμπείρως — δεντροκόπος — κρουσταλλοπηγή |
|||