Новогреческий словарь
παχύσωμος
παχύσωμος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
παχύσωμος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
σαιξπηρικός
—
μαλάκυνση
—
πεζότητα
—
πυρσεύω
—
διέκρους
—
βραδύς
—
ιερομηνία
—
ογκολογικός
—
εμψυχωτικά
—
δρομοκοπάω
—
απεικασιά
—
εμπερικλείω
—
δακτυλογράφηση
—
χαλνώ
—
εκτατός
—
σελασφόρος
—
εκχομος
—
μπουγαδοκλέφτης
—
σκληραγωγία
—
πεντάδραχμο
—
ανανάριστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве