Новогреческий словарь
εφίππιον
εφίππιον
το
седло
;
===
τουρκικόν ~ — анат. турецкое седло
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
седло
? —
εφίππιον
как с
(ново)греческого
переводится слово
εφίππιον
? — седло
#
(ново)греческий словарь
—
μονόξυλο
—
αναγλύφω
—
σχοινοσυντρόφισσα
—
εξουσιοδοτώ
—
απτερύγωτα
—
μαυραγορήτισσα
—
φιλελευθερία
—
σαραφλίκι
—
αληθοποιώ
—
διορθωτήρας
—
δούλεμα
—
βερβελιά
—
βαρελοσάνίς
—
ολοζώντανος
—
ρόπαλο
—
βεζικάντι
—
επισκότηση
—
αναξιοπρεπής
—
καταλογισμός
—
μελίτακας
—
ξαγοράρης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве