|
η кокаин #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кокаин? — ερυθροξυλίνη как с (ново)греческого переводится слово ερυθροξυλίνη? — кокаин — δανείζω — προπερισπώ — αποτόνωσις — εκασταχού — απολυσιά — πόκερ — παλαιοντολογικός — ρουμπινένιος — πλιατσικολόγος — βιδώνω — γιαραμπής — μπάστρα — τριγυρισμένος — κιόσκι — νανοφυία — πρωτοφτάνω — συνεταιρισηκός — γενειοφορώ — λυκόμορφος — διαμήκης — μαυροκέρασο |
|||