|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πρωκτικός? — — γαβαθωτός — ντύσιμο — μειλίγματα — στύβω — ωμορφονιά — αδιενέργητος — ανάμερα — υγραίνομαι — αντωθούμαι — επαυξάνω — φωτοχαρακτική — αναφαντός — λαμπίζω — χρηματιστική — πορτάρης — νοθεύω — ανακλαστικός — συνομήλιξ — ξέω — ψευδής — αποσβενώ |
|||