Новогреческий словарь
ναυτοπρόσκοπος
ναυτοπρόσκοπος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ναυτοπρόσκοπος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μαυρογή
—
χαυνωτικός
—
οξύφωνος
—
σφαμός
—
παράλιος
—
μονόχορδος
—
εκπορθητής
—
ορμώ
—
αποστιλβώνω
—
δρυοκολάπτης
—
εύγευστος
—
καταστρώνω
—
κινηματογραφία
—
βαρέλι
—
αλληλοσπαραγμός
—
δροσερός
—
γιγγλυμός
—
ύδατα
—
φτερούγιασμα
—
μάζωξη
—
πλειοδότης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве