|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ρυζόσουπα? — — διασαλευτής — συνδικαλιστής — οίστρος — αντιχρόνου — ζητιανειά — τίναγμα — καπνάς — λάξ — καρίνα — λούτρολογικός — δωδεκάχρονος — γόβα — δρεπάνι — μούσκλι — κοχλιός — πεζούλα — στουπωτήρι — λεία — μηνύτωρ — οψιμος — φιλαργυρία |
|||