Новогреческий словарь
μειοψηφικός
μειοψηφικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
μειοψηφικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
φυτοπαθολόγος
—
γνεφτά
—
ευλογημένος
—
κόσμος
—
εικοσαριά
—
σάράκι
—
λοιμικός
—
παραδοτέος
—
γανιάδα
—
ταύτιση
—
ερπετολογία
—
γύρσιμο
—
ανθοβολή
—
ισόσταθμος
—
όσος
—
αβράχυντος
—
καλοδιοίκητος
—
συμπίληση
—
κλινοθερμαντήρας
—
μεσαιωνισμός
—
σχεδία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве