|
кривоногий; косолапый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кривоногий? — στραβοπόδης как на (ново)греческом будет слово косолапый? — στραβοπόδης как с (ново)греческого переводится слово στραβοπόδης? — кривоногий, косолапый — αμερόληπτος — χοροπήδημα — διατράνωση — χαζοκούτι — αριστεροσοσιαλιστικός — βακτηριολογία — φιαλοθέτης — έλαττον — καμινευτήριο — μπρουντζίνα — αφλοίσβος — πάλεμα — αυραντοειδή — ξιφούλκηση — λευτερώνομαι — ερεθισμένος — συνερισιά — ακρυπτος — στειρεύω — ευεργεσία — ανώγειο |
|||