|
непоколебимый, твёрдый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово непоколебимый? — ακράδαντος как на (ново)греческом будет слово твёрдый? — ακράδαντος как с (ново)греческого переводится слово ακράδαντος? — непоколебимый, твёрдый — ακτοφύλακας — παραμιλητό — κονίστρα — άλμπα — βίγλα — άφορος — έσο — συργουλεύω — αποχωρισμός — χιονόπτωση — αντικομμουνίστρια — εμπαθώς — υδρομεταλλουργία — αφρολογώ — διακυβερνητικός — μωρολόγος — δρομομετρία — αιχμηρός — ναζιστικά — καϊμακλής — τσαγκαροσούβλι |
|||