Новогреческий словарь
φαυλόβιος
φαυλόβι|ος
распутный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
распутный
? —
φαυλόβιος
как с
(ново)греческого
переводится слово
φαυλόβιος
? — распутный
#
(ново)греческий словарь
—
παραδεισένιος
—
δισεγγόνα
—
απαλυντικά
—
διαμέτρηση
—
ομιλουμένη
—
ακατάστατα
—
δημιουργικός
—
μποτιλιάρισμα
—
νευροπάθεια
—
βγάλσιμο
—
στέκα
—
εξαγόραση
—
αλιάνιστος
—
φετβάς
—
αναφωνήτρια
—
διακαώς
—
γαλανόλευκη
—
αναφροδισιακός
—
ασύχαστος
—
ακατάγγελτος
—
θολόσταχτο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве