|
η 1) рассредоточение; 2) децентрализация #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рассредоточение? — αποσυγκέντρωση как на (ново)греческом будет слово децентрализация? — αποσυγκέντρωση как с (ново)греческого переводится слово αποσυγκέντρωση? — рассредоточение, децентрализация — αρμονικότητα — άλασπος — αναπαραγόμενος — χαψί — γαλατού — διαλεγμένος — απανωγράφω — δίκοχος — χεράτο — παρλάρω — συντασσόμενος — ιχθυοκτόνος — απογευματινά — αμαξοπηγός — παροχετευτικός — ανακτοβούλιο — φαγγρίζω — γεβεντισμένος — περιπαθής — δισκοθήκη — κλούβιος |
|||