Новогреческий словарь
αναδειγμένος
αναδειγμένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αναδειγμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ηλεκτροδυναμική
—
βρόχος
—
οικουρώ
—
τουρκόπιασμα
—
πολυγυνία
—
χειρομάλαξη
—
παραμυθένια
—
φωτομηχανικός
—
υπερεκχειλίζω
—
εμπιστευτικός
—
συνθέτω
—
Τούρκος
—
τεϊοθήκη
—
πλεοναστικός
—
λαγοκούνελο
—
ούρα
—
καλαντίστρια
—
φαρμασόνος
—
καπάκωμα
—
ψαλτάκι
—
ψευδοπροφήτης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,