|
тех. с ремённым приводом #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово с ремённым приводом? — ιμαντοκίνητος как с (ново)греческого переводится слово ιμαντοκίνητος? — с ремённым приводом — καπνοπαραγωγή — μαυροφόρος — λαπάρα — ρητορικός — ρίζωμα — πορνό — εξιλεούμαι — φροντισμένος — υπομονή — μεταπολιτευτικός — αρταίνομαι — μποϋκοτάρω — χαιρετίζω — αλκοόλη — ατμοβριθής — τζαβεττάρω — χρυσομηλέα — εθνικοποίηση — χρεωστικός — πινέλλο — βέργα |
|||