|
обеззараженный, асептический #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово обеззараженный? — ασηπτικός как на (ново)греческом будет слово асептический? — ασηπτικός как с (ново)греческого переводится слово ασηπτικός? — обеззараженный, асептический — σπαθοφορία — υπέρψυξις — ανταρεύω — συνολκή — φιλοτιμία — δουκικός — βιβλιοχαρτοπώλης — φωτόφωνο — γηροκόμειο — ποιμαντορία — αντιπολιτευτικός — πούτσος — ξυπνός — αέναος — λεβεντιά — Άρης — παραληρώ — παραχείμαση — τελμάτωση — στιχοποιία — ωογόνιο |
|||