|
η всасываемость; поглощаемость (ток. перен.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово всасываемость? — απορροφητικότητα как на (ново)греческом будет слово поглощаемость? — απορροφητικότητα как с (ново)греческого переводится слово απορροφητικότητα? — всасываемость, поглощаемость — φωσφατίδια — εβραϊσμός — κυνοπίθηκος — κρυσταλλουργός — φηρίκι — ενδοκρινής — φτωχικό — φυγόδικος — αδειούχα — ημίχρονο — ασημωτής — άψα — λανάρα — θυμίζω — πλοηγίς — φόρτωμα — φυτόχωμα — χαροκόπι — κοιμητήρι — υπεροσμία — χυλωμένος |
|||