|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово επιβεβαιώ? — — αντιπροσφορά — βροχιάζω — ερέα — πλόσκα — τσεγγέλι — απόπαχνο — ασωτεία — δουλοπάροικος — σύσπαστον — πολυγράφος — σπαρταρίζω — πτωχοπροδρομικός — εξομολογητής — τροφοδότηση — κοιλέντερα — ζαχαροποιείο — ευσαρκία — σκίρτησις — επιβεβαιώνω — αινιγματικός — τροφοδοσία |
|||