|
спорт. прижимать к бровке #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово прижимать к бровке? — επιστομίζω как с (ново)греческого переводится слово επιστομίζω? — прижимать к бровке — ανεξίλοστος — φονικό — δακτυλοδεικτώ — φεγγαρομέτωπος — φτισικός — διάσταση — πεδιάδα — κρουστός — επίγονος — ευκολοδιόρθωτος — συνθέτω — σμηναγός — μέ — προικοδοτώ — ξεκαπέλλωμα — απισχνώ — αποχωσιάζω — εμπρέπει — χιονοθύελλα — βωμολοχία — συγκρατιέμαι |
|||