Новогреческий словарь
σαγηνευτικά
σαγηνευτικά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
σαγηνευτικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αριδίζω
—
περιγελώ
—
αποτρύγωση
—
στρίγγλα
—
αυτολεξεί
—
επίσιον
—
ιταλομάθεια
—
ντοματομπελτές
—
κυτταροστατικός
—
στηθόδεσμος
—
ιοντοθεραπεία
—
μεσημέρι
—
νόσημα
—
μπατίστα
—
εκβουλγαρισμός
—
ποιμένας
—
εννοώ
—
σπαθοφόρος
—
πετσετοθήκη
—
εμβοή
—
τυφοειδής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве